Σύγκλητος Β2


Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος

 

Η ρωμαϊκή Σύγκλητος ήταν νομοθετικό και διοικητικό σώμα διαφόρων πολιτειών και αποτελούνταν κυρίως από τη Ρωμαϊκή Γερουσία (Senatus). Στην αρχαία Αθήνα Σύγκλητος λεγόταν, η έκτακτη σύνοδος της εκκλησίας του δήμου (σύγκλητος εκκλησία). Σύγκλητος λέγεται σήμερα το ανώτατο διοικητικό σώμα από καθηγητές των πανεπιστημίων ή άλλων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.[1]

 

Η ρωμαϊκή Σύγκλητος υπήρξε το σπουδαιότερο συλλογικό όργανο για την άσκηση της εξουσίας στη ρωμαϊκή πολιτεία και άσκησε μεγάλη επίδραση στην πολιτική ζωή σε όλα τα στάδια της ρωμαϊκής ιστορίας. Σύμφωνα με την παράδοση, η Σύγκλητος ιδρύθηκε μαζί με τη βασιλεία από το Ρωμύλο, ως συμβούλιο του βασιλιά και την αποτελούσαν εκπρόσωποι των οικογενειών των πατρίκιων, που λέγονταν “patres”. Συντομογραφία της είναι το Senatus Populusque Romanus, ή SPQR, που δείχνει το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ του λαού της Ρώμης και της αρχής.[2] Τη Σύγκλητο συγκαλούσε ο βασιλιάς και όφειλε να τη συμβουλεύεται στα θέματα της πολιτείας και ιδιαίτερα, στα ζήτημα της θρησκείας και της εξωτερικής πολιτικής. Άλλα έργα της Συγκλήτου ήταν να κυρώνει τα ψηφίσματα της Εκκλησίας του λαού (senatus auctoritas) και σε περίπτωση που χήρευε η εξουσία να αναπληρώνει το βασιλιά και να ορίζει αντικαταστάτη του, έως ότου η συνέλευση του λαού εκλέξει το νέο άρχοντα.

 

Στο τέλος της περιόδου της δημοκρατίας (508-27 π.Χ) η Σύγκλητος κατέρρευσε μπροστά στις επιθέσεις του Καίσαρα, έχασε την αυτονομία της και περιορίστηκαν ουσιαστικά τα δικαιώματά της. Με την ανακήρυξη της αυτοκρατορίας (27 π. Χ.), ο αυτοκράτορας μπορούσε να επιλέγει τους συγκλητικούς και να αναθεωρεί τον κατάλογό τους. Επικεφαλής της Συγκλήτου ήταν ο ίδιος και τα διοικητικά καθήκοντα της Συγκλήτου περιορίστηκαν σημαντικά. Η σπουδαιότερη πράξη της ήταν η απονομή του imperium στον αυτοκράτορα, αν βέβαια δεν την προλάβαινε ο στρατός. Διατήρησε επίσης τις αρμοδιότητές της για τα δημόσια αδικήματα, τη νομοθετική εξουσία, τη διοίκηση των επαρχιών, τη διαχείριση του δημόσιου ταμείου και την εποπτεία της νομισματοποιίας.[3]

 

Επί Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) η Σύγκλητος κατέρρευσε και ο ρόλος της ήταν πια εντελώς ασήμαντος. Όταν η έδρα της κυβέρνησης μεταφέρθηκε έξω από τη Ρώμη, η Σύγκλητος κατέληξε να είναι μια δημοτική αρχή. Όταν η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έπεσε το 476 μ.Χ., η Σύγκλητος (στη Δύση) λειτούργησε για ένα διάστημα σύμφωνα με τους κανόνες των βαρβάρων. Αποκαταστάθηκε μετά την ανακατάληψη μεγάλου μέρους των εδαφών της κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιουστινιανού Α΄, έως ότου σταμάτησε να λειτουργεί γύρω στο 600 μ.Χ. Ωστόσο, η Ανατολική Σύγκλητος επέζησε στην Κωνσταντινούπολη, έως την 4η σταυροφορία, το 1204 μ.Χ.[4]

 

                                                                                                                                                                Επιμέλεια: Άννα Αλεξάνδρα Κακαριάρη

 


[1]Εγκυκλοπαίδεια «Νέα Δομή», 1996, σελ.168

[2]el.wikipedia.org

[3] Εγκυκλοπαίδεια «Νέα Δομή», 1996, σελ.168-169

[4] en.wikipedia.org